Διαπρύσιος | «Θα αντέξεις αν μια μέρα ο γιος σου σε κατηγορήσει ότι του πετσόκοψες τα φτερά;»
Η μηχανή
Θυμάμαι να με καίει ο ήλιος μέρα μεσημέρι όταν σταμάτησα την μηχανή πάνω στον πεζόδρομο της Φωκίωνος Νέγρη. Μέσα από το καταϊδρωμένο κράνος, μύριζα έντονα βενζίνη. Έβαλα την μηχανή στο διπλό σταντ και κατέβηκα να δω τι τρέχει. Ο σωλήνας της μετάδοσης βενζίνης είχε σπάσει και η βενζίνη πεταγόταν σε μικρά συντριβανάκια.
Όταν σου τύχει αυτό με την «μπέμπα», δεν μπορείς να κάνεις και πολλά. Η μηχανή ήταν φρεσκοαγορασμένη και είχα το δικαίωμα να καλέσω το mobile servise της BMW δωρεάν. Κλείνω τη μηχανή για να σταματήσει το σύστημα μετάδοσης της βενζίνης. Τα συντριβανάκια σταματάνε. Δεν έχω πολύ χρόνο, σε κάμποση ώρα ξεκινάει το μάθημα στην Σχολή που δίδασκα μαθητές σχέδιο και εικονογράφηση. Παίρνω τηλέφωνο το συνεργείο και με ενημερώνουν ότι σε λίγη ώρα θα είναι εκεί ένας εκπρόσωπος της εταιρίας.
Στρίβω τσιγάρο και κάθομαι στην σέλα της μηχανής. Σε λίγη ώρα εμφανίζεται ο τεχνικός. Ένας ξανθοψαρομάλλης 50ρης ευγενέστατος με την μηχανή του σκάει μύτη. Μέτριο ανάστημα φορώντας όλο τον εξοπλισμό ενός μηχανόβιου. Συστηνόμαστε, του εξηγώ το πρόβλημα και κάθεται να το φτιάξει. Η κουβέντα περιφέρεται γύρω από τις μηχανές, που έχω πάει, τι καινούριο έχει βγάλει η εταιρία κτλ.
Χτυπάει το τηλέφωνό μου. Είναι από την σχολή. Ο τύπος συνεχίζει να επισκευάζει ενώ εγώ μιλάω. Κλείνω το τηλέφωνο. Ο τύπος γυρίζει και με κοιτάει…
Με συγχωρείς…μου λέει, να σε ρωτήσω κάτι;
Παρακαλώ, απαντάω εγω.
Είσαι δάσκαλος σχεδίου;
Ναι.
Θεόσταλτος είσαι… απαντάει.
Εγώ ή εσύ… απαντώ.
Γελάει, «άκου που σου λέω…».
Τον ρωτάω τι τρέχει.
Ρε φίλε, έχω ένα παλικάρι 17 χρονών, τελείωσε το σχολείο τώρα και θέλει να πάει Καλών Τεχνών. Είμαι αγχωμένος. Τι δουλειά θα κάνει μετά; Πως θα εργαστεί; Εγώ τρέχω όλη την ημέρα και με το ζόρι τα βγάζουμε πέρα. Τι να κάνω; Έχω πελαγώσει.
